Μεγάλη σημασία έχει το είδος του πόνου, δηλαδή αν είναι οξύς, παροδικός, μόνιμος, επιφανειακός, βαθύς, επαναλαμβανόμενος καθώς και αν συνδυάζεται με άλλα συμπτώματα. Σε γενικές γραμμές οι πόνοι μικρής διάρκειας είναι μικρής παθολογικής σημασίας ενώ οι επίμονοι πόνοι χρήζουν άμεσης διερεύνησης. Οι πιθανές παθήσεις που χαρακτηρίζονται από πόνο είναι:
Η μείωση της όρασης μπορεί να εκδηλωθεί με διάφορες μορφές. Αιφνίδια ή σταδιακά, περιστασιακά ή μόνιμα, και να αφορά είτε μόνο τον έναν οφθαλμό ή και τους δύο ταυτόχρονα. Επίσης μπορεί να μην αφορά σε όλο το οπτικό πεδίο αλλά σε ένα μέρος του οπτικού πεδίου, είτε κεντρικά είτε περιφερικά. Η συνύπαρξη και άλλων συμπτωμάτων όπως πόνος, κόκκινο μάτι, εκκρίσεις κ.ά. είναι σημαντική για την τελική διάγνωση, που μπορεί να είναι:
Το κόκκινο μάτι αποτελεί το συχνότερο σύμπτωμα για το οποίο απευθυνόμαστε στον οφθαλμίατρο, αλλά και το πιο κοινό σημείο πολλών οφθαλμικών παθήσεων, από τις πιο απλές και αθώες μέχρι τις πιο σοβαρές και απειλητικές για την όραση. Οι συνηθέστερες αιτίες ενός κόκκινου ματιού είναι:
Πρόκειται για την γνωστή αίσθηση του ασθενή ότι «νιώθω σαν κάτι να έχει μπει μέσα στο μάτι μου». Από το ιστορικό του ασθενή, από την συνύπαρξη και άλλων συμπτωμάτων αλλά κυρίως από την κλινική εξέταση διαπιστώνεται η ακριβής αιτία, που μπορεί να είναι:
Η αίσθηση βάρους είναι ένα άτυπο σύμπτωμα το οποίο μπορεί να μιμείται άλλα συμπτώματα όπως πόνος, αίσθηση πίεσης, αίσθηση ξένου σώματος, κόπωση (κοπιωπία) κ.ά. Ως εκ τούτου χρειάζεται περισσότερη αποσαφήνιση από τον ασθενή για τον ακριβή προσδιορισμό της πιθανής αιτίας. Μερικά από τα πιο συνήθη αίτια της αίσθησης βάρους είναι:
Πρόκειται για απλό σύμπτωμα που συνοδεύει κάποιες εξωτερικές αντιδράσεις του οφθαλμού σε ενδογενείς ή εξωγενείς ερεθιστικούς παράγοντες όπως:
Πρόκειται για την συνηθέστερη εκδήλωση των αλλεργιών, που όμως μπορεί να οφείλεται και σε:
Το πρησμένο βλέφαρο είναι από τα πιο εμφανή συμπτώματα που μπορούμε να διαπιστώσουμε, και μπορεί να οφείλεται σε:
Λέγεται και δακρύρροια. Πρόκειται για την πιο φυσιολογική αντίδραση του οφθαλμού σε διάφορους εξωγενείς ερεθιστικούς παράγοντες όπως, αέρας, ξένο σώμα, αλλεργίες, καπνός, έντονο φως, χημική ή τοξική επίδραση κ.ά. Όταν όμως η δακρύρροια γίνεται μόνιμη και σταθερή τότε υποκρύπτει παθολογική διαταραχή που συνήθως είναι:
Συνοδεύουν φλεγμονώδεις ή ερεθιστικές καταστάσεις της εξωτερικής επιφάνειας του οφθαλμού, και ποικίλουν σε ποιότητα, ποσότητα και σύσταση ανάλογα με την αιτιολογία τους (βλεννώδεις, πυώδεις, υδαρείς, στερεοποιημένες). Οι συνηθέστερες αιτίες είναι:
Η μείωση του οπτικού πεδίου μπορεί να είναι σταδιακή ή αιφνίδια, πλήρης ή μερική, παροδική ή μόνιμη και να αφορά τον έναν ή και τους δύο οφθαλμούς. Αιτιολογικά μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, τόσο αμιγώς οφθαλμολογικούς όσο και αγγειακούς ή νευρολογικούς. Οι συνηθέστερες αιτίες διαταραχών του οπτικού πεδίου είναι:
Διπλωπία σημαίνει ότι το αντικείμενο που παρατηρούμε φαίνεται διπλό ή κάνει είδωλο. Η διπλωπία μπορεί να είναι διόφθαλμη δηλαδή να εκδηλώνεται μόνο όταν έχουμε και τα δύο μάτια ανοιχτά ή μονόφθαλμη δηλαδή να αφορά μόνο τον έναν οφθαλμό. Αυτός ο διαχωρισμός είναι πολύ σημαντικός ως προς την αιτιολογία της διπλωπίας η οποία μπορεί να είναι:
Δυσχρωματοψία σημαίνει την λανθασμένη αντίληψη των χρωμάτων ή κάποιων αποχρώσεων. Εμφανίζεται μόνο στους άνδρες, αφορά και τους δύο οφθαλμούς και έχει γενετική αιτιολογία. Πρέπει να την διακρίνουμε από την μειωμένη χρωματική αντίληψη που μπορεί να αφορά μόνο στον έναν οφθαλμό, η οποία έχει διαφορετική αιτιολογία και μπορεί να εμφανιστεί και στα δύο φύλα εξαιτίας:
Πρόκειται για την πιο συχνή αιτία για την οποία κάποιος προσέρχεται στον οφθαλμίατρο. Περιγράφεται σαν μυγάκι, ιστός αράχνης, σκιές ή στίγματα, που ακολουθούν την κίνηση του βλέμματος και τα οποία είναι περισσότερο εμφανή την ημέρα ή όταν κοιτάζουμε σε φωτιζόμενο φόντο. Πρόκειται για διαταραχές στην σύσταση του υγρού που βρίσκεται στον βυθό του οφθαλμού, το οποίο έχει ζελατινώδη υφή και ονομάζεται υαλοειδές υγρό. Τις περισσότερες φορές αφορά σε μία απλή εκφύλιση του υαλοειδούς που επέρχεται με την ηλικία, κυρίως στους μύωπες. Μπορεί όμως να εμφανιστεί και μετά από τραυματισμό ή προηγηθείσα χειρουργική επέμβαση στον οφθαλμό. Αυτή η εκφύλιση ονομάζεται αποκόλληση ή συναίρεση του υαλοειδούς. Υπάρχουν ωστόσο και περιπτώσεις που οφείλονται σε πιο σοβαρές καταστάσεις, οι οποίες σχετίζονται με το βασικό λειτουργικό τμήμα του βυθού, τον αμφιβληστροειδή (π.χ. ρωγμή ή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς) και οι οποίες χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης ώστε να μην επηρεάσουν την όραση. Σε όλες τις περιπτώσεις χρειάζεται διερεύνηση με βυθοσκόπηση.
Η αίσθηση λάμψης ή φλας αποτελεί χαρακτηριστικό διαφόρων διαταραχών του υαλοειδούς υγρού ή του αμφιβληστροειδή. Συνήθως συνοδεύουν την αποκόλληση του υαλοειδούς αλλά μπορεί να προκληθούν και από ρωγμή ή αποκόλληση του αμφιβληστροειδή. Πρέπει να τις ξεχωρίζουμε από τις φωτεινές ή πολύχρωμες γραμμοειδείς ψευδαισθήσεις που μπορεί να συνδυάζονται με πονοκέφαλο και που χαρακτηρίζονται ως οφθαλμική ημικρανία.
Κάθε διαταραχή της ταυτόχρονης και παράλληλης κίνησης των οφθαλμών χαρακτηρίζεται γενικά ως στραβισμός. Οι περισσότεροι στραβισμοί είναι έκδηλοι αλλά υπάρχουν και οι μη έκδηλοι ή λανθάνοντες όπως επίσης και οι ψευδοστραβισμοί. Η ηλικία εμφάνισής τους ποικίλει, ξεκινώντας από την γέννηση (συγγενείς στραβισμοί), και φτάνοντας μέχρι τους υπερήλικες. Οι συχνότερες αιτίες είναι:
Ονομάζεται και παραμορφοψία. Πρόκειται για την λανθασμένη αντίληψη ότι η εικόνα που βλέπουμε είναι παραμορφωμένη δηλαδή έχει αλλοιωμένο σχήμα. Προκαλείται κυρίως από διαταραχές της ωχράς κηλίδας και σπανιότερα από άλλες παθήσεις του αμφιβληστροειδή. Επίσης παραμορφωμένη αντίληψη της εικόνας μπορεί να υπάρχει στον αστιγματισμό καθώς και σε άλλες παθήσεις του κερατοειδή ή του κρυσταλλοειδούς φακού.
Η αλλαγή του χρώματος της ίριδας μπορεί να είναι συγγενής οπότε αφορά αποκλειστικά τον έναν οφθαλμό (ετεροχρωμία ίριδας) ή επίκτητη δηλαδή να αποκτήθηκε κατά την διάρκεια της ζωής και να αφορά τον έναν ή και τους δύο οφθαλμούς. Στην περίπτωση της συγγενούς ετεροχρωμίας δεν υφίσταται παθολογικό υπόβαθρο. Στην δεύτερη περίπτωση όμως οι πιθανοί αιτιολογικοί παράγοντες μπορεί να είναι:
Όταν το άνω βλέφαρο καλύπτει τμήμα της κόρης του ματιού και ειδικά όταν η διαφορά με το άλλο μάτι είναι εμφανής, τότε μιλάμε για πτώση βλεφάρου. Η πτώση μπορεί να είναι συγγενής ή επίκτητη και μπορεί να αφορά τον έναν ή και τους δύο οφθαλμούς. Θα πρέπει να διακρίνεται από την ψευδοπτώση που οφείλεται συνήθως σε ανατομικούς λόγους. Οι πιθανότερες αιτίες της βλεφαρόπτωσης είναι:
Όταν ο οφθαλμικός βολβός προβάλει προς τα εμπρός περισσότερο απ’ ότι πριν, τότε μιλάμε για εξόφθαλμο. Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή όταν ο οφθαλμικός βολβός φαίνεται να εισχωρεί μέσα στον οφθαλμικό κόγχο περισσότερο απ’ ότι πριν τότε μιλάμε για ενόφθαλμο. Επειδή και στις δύο περιπτώσεις η αιτία μπορεί να είναι απλά ανατομική και όχι παθολογική (ψευδοεξόφθαλμος), χρειάζεται οπωσδήποτε η εκτίμηση του ειδικού οφθαλμίατρου για την ακριβέστερη διάγνωση. Οι πιθανότερες αιτίες είναι:
Με τον όρο βλεφαρόσπασμος εννοούμε την ακούσια σύσπαση των βλεφάρων η οποία οδηγεί σε πλήρες ή μερικό κλείσιμο του ματιού, που είναι στιγμιαίο και επαναλαμβανόμενο. Συνήθως αφορά τον έναν και σπανιότερα και τους δύο οφθαλμούς. Πρόκειται για μία ιδιοπαθή κατάσταση αγνώστου αιτιολογίας η οποία μπορεί να εκδηλωθεί και στα πλαίσια ευρύτερου σπασμού που επεκτείνεται στο μισό πρόσωπο.
Ονομάζεται και λαγόφθαλμος. Οφείλεται σε νευρολογική διαταραχή με αποτέλεσμα την πάρεση του αντίστοιχου νεύρου που είναι υπεύθυνο για την σύσπαση του βλεφαρικού μυός. Ως εκ τούτου το μάτι παραμένει ανοικτό με αποτέλεσμα να προκαλούνται σημαντικές επιπλοκές από την ξηροφθαλμία. Η αιτία του λαγόφθαλμου μπορεί να είναι:
Αν και πρόκειται για μία αισθητικού τύπου διαταραχή, αποτελεί ένα αρκετά ενοχλητικό σύμπτωμα, ειδικά για τις γυναίκες. Οι συνηθέστερες αιτίες είναι:
Πρόκειται για την ακούσια, επαναλαμβανόμενη, ρυθμική και ταυτόχρονη κίνηση των βολβών προς την ίδια κατεύθυνση. Οφείλεται σε νευρολογική διαταραχή που μπορεί να είναι συγγενής ή επίκτητη. Πολύ συχνά συνδυάζεται με αμβλυωπία (τεμπέλικο μάτι). Υπάρχουν πολλοί τύποι νυσταγμού ανάλογα με την αιτιολογία.
Είναι η υπερβολική αντίδραση στο φως, που συνήθως εκδηλώνεται με το ακούσιο κλείσιμο του ματιού. Μπορεί να οφείλεται σε φυσιολογική ιδιομορφία ή σε παθολογικά αίτια όπως:
Η μικρή διαφορά στην διάμετρο της κόρης μεταξύ των δύο οφθαλμών συνήθως είναι φυσιολογική και εμφανίζεται σε πολλούς ανθρώπους. Όταν όμως η διαφορά αυτή γίνει έντονη ή στην περίπτωση που οι κόρες και των δύο οφθαλμών παρουσιάζουν έντονη μυδρίαση, είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθεί οφθαλμολογική εξέταση. Πιθανά αίτια είναι:
Τα ογκίδια του οφθαλμού έχουν διάφορες μορφές και εκδηλώνονται συνήθως σαν υπερχρωσμένες ή υπεραιμικές περιοχές ποικίλου μεγέθους, αποπλατυσμένες ή ογκώδεις, που εντοπίζονται στα βλέφαρα, τον επιπεφυκότα ή σε διάφορα άλλα σημεία του οφθαλμικού βολβού. Ανάλογα με το σχήμα, την υφή, την έκταση και την εξέλιξή τους διακρίνονται σε καλοήθεις και κακοήθεις. Σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να γίνεται φωτογράφηση και παρακολούθηση, ενώ σε περίπτωση αμφιβολίας απαιτείται χειρουργική αφαίρεση και βιοψία.
Τα τραύματα του οφθαλμού αποτελούν πάντα πηγή ανησυχίας για τον ασθενή και όχι άδικα. Ένα τραύμα όσο μικρό και αν είναι μπορεί να οδηγήσει σε έντονη ενόχληση και σε σοβαρή επιπλοκή αν δεν αντιμετωπιστεί από την αρχή σωστά. Αν και τα περισσότερα από τα τραύματα είναι αθώα, θα πρέπει ωστόσο να γνωρίζουμε ότι κάθε τραύμα που συνοδεύεται από έντονο και παρατεταμένο πόνο, απώλεια όρασης έστω και παροδική, έντονη και παρατεταμένη αίσθηση ξένου σώματος, έντονο και παρατεταμένο κοκκίνισμα ή αιμάτωμα και διπλωπία θα πρέπει οπωσδήποτε να μας οδηγήσει στον ειδικό για περαιτέρω διερεύνηση. Μερικές από τις πιο σοβαρές επιπλοκές των τραυμάτων είναι:
Παρακαλώ επικοινωνήστε με την κεντρική γραμματεία για να κλείσετε ραντεβού στο σημείο που σας εξυπηρετεί:
Γεώργιος Μ. Τομαής, MD, PhD
Χειρουργός Οφθαλμίατρος